Το LIÁ είναι 100% εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο Κορωνέικης ποικιλίας από τους οικογενειακούς ελαιώνες της οικογένειας Στριμπάκου στη Μεσσηνία. Η οικογένεια εξειδικεύεται στην παραγωγή του ελαιολάδου πάνω από δεκαπέντε χρόνια ελέγχοντας την παραμικρή λεπτομέρεια σε όλα τα στάδια παραγωγής και διαθέτουν ένα φυσικό προϊόν, το οποίο έχει ήδη αξιολογηθεί από συνεργάτες και καταναλωτές.
Είναι ένα από τα πιο βραβευμένα ελληνικά ελαιόλαδα καθώς έχει πάρει βραβεία από τους μεγαλύτερους διεθνείς διαγωνισμούς. Επιπλέον συμπεριλαμβάνεται γνωστό κατάλογο “FLOS OLEI” με τα καλύτερα ελαιόλαδα παγκοσμίως καθώς επίσης και στον κατάλογο “Catalogo degli Oli Monovarietali” ως το καλύτερο ξένο μονοποικιλιακό ελαιόλαδο.
Όλες αυτές οι διακρίσεις καθιστούν το Ελαιόλαδο LIÁ να είναι μέσα στα καλύτερα ελαιόλαδα σε παγκόσμιο επίπεδο και μέσα στην πρώτη τριάδα ως καλύτερη Κορωνέικη .
Οργανοληπτικά χαρακτηριστικά:
Το ελαιολαδο LIÁ έχει μεσαίο φρουτώδες και ισσοροπημένη πικρή και πικάντικη γεύση. Εκτός από τις νότες φρεσκοκομμένων πράσινων καρπών ελιάς, θα αισθανθείτε ένα μπουκέτο αρωμάτων και άγριων βοτάνων, αρώματα ποικίλα όπως αγκινάρα και μάραθος.
Σφραγίζεται σε ένα λευκό μεταλλικό δοχείο. Η εξαιρετική γεύση και τα χαρακτηριστικά του είναι τα αποτελέσματα των επίπονων προσπαθειών που γίνονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας παραγωγής.
Η ιστορία από τα χείλη των παραγωγών ”Εξακολουθούμε να επιλέγουμε τις ελιές μας με το χέρι, όπως ακριβώς έκαναν και οι γονείς μας. Χρησιμοποιούμε μόνο σάκους από λινό και παίρνουμε τα φρούτα μας στο πρεσάρισμα της ελιάς την ίδια μέρα της συγκομιδής τους για να βεβαιωθούμε ότι διατηρούν όλες τις ιδιότητές τους μέχρι την επόμενη διαδικασία.. Χρησιμοποιούμε αποκλειστικά τη μέθοδο εκχύλισης ψυχρής έκθλιψης για να διασφαλίσουμε ότι οι θρεπτικές τιμές καθώς και οι ιδιότητες του καρπού μεταφέρονται στον πολτό λαδιού. Βάζουμε το ελαιόλαδο LIΑ σε ένα καλά σχεδιασμένο αδιαφανές λευκό μπουκάλι για να κρατάμε το λάδι σας μακριά από το φως και να διατηρούμε την κορυφαία του ποιότητα. Τέλος, αποθηκεύουμε τα μπουκάλια μας σε δροσερό μέρος της κανονικής θερμοκρασίας. Κάνουμε ό, τι απαιτείται, έτσι ώστε το LIÁ να έρχεται σε εσάς όπως έχουμε φανταστεί να έρθει.’
ΛΑΔΙ ΚΑΙ ΜΕΣΣΗΝΙΑ
Ενδεικτικό της ποιότητας του μεσσηνιακού λαδιού, μα πιο πολύ της αγνότητάς του είναι το γεγονός πως μέσα από τις αναλύσεις των λιπαρών οξέων, διαπιστώθηκε το εξής συγκλονιστικό : τα μονοακόρεστα με το πολυακόρεστα λιπαρά στο μεσσηνιακό ελαιόλαδο έχουν μια σχέση 70-80% με 10%, σχέση αντίστοιχη με αυτή του μητρικού γάλακτος.
Στην περιοχή βέβαια όπου η εξαγωγή λαδιού μαρτυρείται από την εποχή του Αγαμέμνονα και του Νέστορα, τί διαφορετικό θα μπορούσε να ισχύει; Οι γραπτές μαρτυρίες που μας έρχονται από τις πινακίδες της Γραμμικής Β’ που φανερώθηκαν στις Μυκήνες πιστοποιούν το πασιφανές. Το ελαιόλαδο για τους Πελοποννήσιους ήταν συνυφασμένο με την θρησκευτική, εμπορική και βιοτεχνική δραστηριότητα. Γι’ αυτό και στις πινακίδες τους δε χαράσσουν μόνο ένα ιδεόγραμμα, αυτό του ελαιόδεντρου αλλά ουσιαστικά όλα τα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας : ελαιόδεντρο ─ ελαιόκαρπος─ ελαιόλαδο.
Και οι ανασκαφές στο Παλάτι του Νέστορα ωστόσο, το επιβεβαιώνουν. Οι λόφοι γύρω από το ανάκτορο είναι γεμάτοι ελαιώνες που εφοδιάζαν τους αμφορείς με λάδι και μάλιστα αρωματικό! Και ήταν αυτό το λάδι που αποτελούσε τον βασικό πυλώνα της εμπορικής δραστηριότητας. Ως εκ τούτου,το αποθήκευαν σ’ αίθουσες σημαντικές. Δίπλα στην αίθουσα του θρόνου έμπαινε ο ”θησαυρός”, σε μεγάλα εντυπωσιακά πιθάρια. Και όσο πολύτιμο ήταν για την ζωή και καθημερινότητά τους, τόσο τιμωρητικό απεδείχθη καθώς η μεγάλη φωτιά που ξέσπασε και κατέστρεψε το παλάτι το 1200 π.Χ. δε θα εξαπλωνόταν τόσο χωρίς τις τεράστιες ποσότητες του ελαιολάδου που φυλάσσονταν στις αποθήκες.
Και είναι τέλος, αυτά που μας κληροδότησε ο Στράβων, ο αρχαίος Έλληνας ιστορικός, φιλόσοφος και..γεωγράφος! Στα «Γεωγραφικά» του (βιβλίο Η, κεφ 5.6), έχει διασώσει την περιγραφή της Μεσσηνίας από τον Ευριπίδη ως «Καλλίκαρπο»:
«Την καλλίκαρπη Μεσσηνία, που βρέχεται
από μύρια τρεχούμενα νερά,
άριστο βοσκοτόπι για πρόβατα και βόδια
κι ούτε πολύ ψυχρή απ’ του χειμώνα τις πνοές
ούτε και πάλι εξαιρετικά θερμή από το άρμα του ηλίου…»